„Übermittlung“: Femininum, weiblich ÜbermittlungFemininum, weiblich | θηλυκό f <-> Vue d'ensemble de toutes les traductions (Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction) μετάδοση, διαβίβαση μετάδοσηFemininum, weiblich | θηλυκό f Übermittlung διαβίβασηFemininum, weiblich | θηλυκό f Übermittlung Übermittlung