„Stundenplan“: Maskulinum, männlich StundenplanMaskulinum, männlich | αρσενικό m Vue d'ensemble de toutes les traductions (Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction) ωράριο, πρόγραμμα μαθημάτων ωράριοNeutrum, sächlich | ουδέτερο n Stundenplan Stundenplan πρόγραμμαNeutrum, sächlich | ουδέτερο n μαθημάτων Stundenplan Schulwesen | σχολική εκπαίδευσηSCHULE Stundenplan Schulwesen | σχολική εκπαίδευσηSCHULE