„Spalier“: Neutrum, sächlich SpalierNeutrum, sächlich | ουδέτερο n <-s; -e> Vue d'ensemble de toutes les traductions (Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction) πέργκολα, τιμητική φρουρά πέργκολαFemininum, weiblich | θηλυκό f Spalier Spalier τιμητική φρουράFemininum, weiblich | θηλυκό f Spalier zur Ehrenbezeigung Spalier zur Ehrenbezeigung exemples Spalier bildenoder | ή od stehen σχηματίζω τιμητική φρουρά Spalier bildenoder | ή od stehen