„Silbergehalt“: Maskulinum, männlich SilbergehaltMaskulinum, männlich | αρσενικό m Vue d'ensemble de toutes les traductions (Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction) περιεκτικότητα σε άργυρο περιεκτικότηταFemininum, weiblich | θηλυκό f σε άργυρο Silbergehalt Silbergehalt