„Mittelstufe“: Femininum, weiblich MittelstufeFemininum, weiblich | θηλυκό f Vue d'ensemble de toutes les traductions (Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction) μέσο επίπεδο, οι τάξεις του Γυμνασίου μέσο επίπεδοNeutrum, sächlich | ουδέτερο n Mittelstufe Mittelstufe οι τάξεις του Γυμνασίου Mittelstufe in der Schule Mittelstufe in der Schule