„Meisterprüfung“: Femininum, weiblich MeisterprüfungFemininum, weiblich | θηλυκό f Vue d'ensemble de toutes les traductions (Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction) εξέταση για το πτυχίο αρχιτεχνίτη εξέτασηFemininum, weiblich | θηλυκό f για το πτυχίο αρχιτεχνίτη Meisterprüfung Meisterprüfung