Handicap
Neutrum, sächlich | ουδέτερο n <-s; -s>Vue d'ensemble de toutes les traductions
(Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction)
- μειονέκτημαNeutrum, sächlich | ουδέτερο nHandicap Sport | αθλητισμόςSPORTHandicap Sport | αθλητισμόςSPORT
- χάντικαπNeutrum, sächlich | ουδέτερο nHandicap in übertragenem Sinn | μεταφορικάfigκώλυμαNeutrum, sächlich | ουδέτερο nHandicap in übertragenem Sinn | μεταφορικάfigHandicap in übertragenem Sinn | μεταφορικάfig