„fließend“: Adjektiv fließendAdjektiv | επίθετο, ως επίθετο adj Vue d'ensemble de toutes les traductions (Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction) τρεχούμενο νερό μιλώ με ευχέρεια τα Ελληνικά exemples fließendes Wasser τρεχούμενο νερόNeutrum, sächlich | ουδέτερο n fließendes Wasser fließend Griechisch sprechen μιλώ με ευχέρεια τα Ελληνικά fließend Griechisch sprechen