„Eisengehalt“: Maskulinum, männlich EisengehaltMaskulinum, männlich | αρσενικό m Vue d'ensemble de toutes les traductions (Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction) περιεκτικότητα σε σίδηρο περιεκτικότηταFemininum, weiblich | θηλυκό f σε σίδηρο Eisengehalt Eisengehalt