Einzeller
Maskulinum, männlich | αρσενικό m <-s; ->Vue d'ensemble de toutes les traductions
(Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction)
- μονοκύτταρος οργανισμόςMaskulinum, männlich | αρσενικό mEinzeller Biologie | βιολογίαBIOLEinzeller Biologie | βιολογίαBIOL