„Eingabe“: Femininum, weiblich EingabeFemininum, weiblich | θηλυκό f <-; -n> Vue d'ensemble de toutes les traductions (Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction) αίτηση, εισαγωγή αίτησηFemininum, weiblich | θηλυκό f Eingabe Gesuch Eingabe Gesuch εισαγωγήFemininum, weiblich | θηλυκό f Eingabe Computer | ηλεκτρονικός υπολογιστήςCOMPUT Eingabe Computer | ηλεκτρονικός υπολογιστήςCOMPUT