CPU
Femininum, weiblich | θηλυκό fAbkürzung | βραχυγραφία abk <-; -s> Computer | ηλεκτρονικός υπολογιστήςCOMPUT (= Central Processing Unit)Vue d'ensemble de toutes les traductions
(Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction)
- ΚΜΕFemininum, weiblich | θηλυκό f (Κεντρική Μονάδα Επεξεργασίας)CPUCPU