„Bus“: Maskulinum, männlich BusMaskulinum, männlich | αρσενικό m <-ses; -se> Vue d'ensemble de toutes les traductions (Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction) λεωφορείο, τρόλεϊ, αστικό λεωφορείοNeutrum, sächlich | ουδέτερο n Bus Bus αστικό (λεωφορείο)Neutrum, sächlich | ουδέτερο n Bus Stadtbus Bus Stadtbus τρόλεϊNeutrum, sächlich | ουδέτερο n Bus Oberleitungsbus Bus Oberleitungsbus