„Belastungsmaterial“: Neutrum, sächlich BelastungsmaterialNeutrum, sächlich | ουδέτερο n Vue d'ensemble de toutes les traductions (Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction) ενοχοποιητικά στοιχεία ενοχοποιητικά στοιχείαNeutrum Plural | πληθυντικός ουδετέρου npl Belastungsmaterial Rechtswesen | νομικός όροςJUR Belastungsmaterial Rechtswesen | νομικός όροςJUR