„Apparat“: Maskulinum, männlich ApparatMaskulinum, männlich | αρσενικό m <-(e)s; -e> Vue d'ensemble de toutes les traductions (Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction) μηχάνημα, συσκευή μηχάνημαNeutrum, sächlich | ουδέτερο n Apparat συσκευήFemininum, weiblich | θηλυκό f Apparat Apparat exemples wer ist am Apparat? Telefon, Telekommunikation | τηλεφωνία, τηλεπικοινωνίαTEL ποιος είναι στο τηλέφωνο; wer ist am Apparat? Telefon, Telekommunikation | τηλεφωνία, τηλεπικοινωνίαTEL