„χειμώνας“: αρσενικό χειμώνας [çiˈmonas]αρσενικό | Maskulinum, männlich m Vue d'ensemble de toutes les traductions (Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction) Winter Winterαρσενικό | Maskulinum, männlich m χειμώνας χειμώνας exemples το χειμώνα im Winter το χειμώνα