συνταγή
[sindaˈji]θηλυκό | Femininum, weiblich fVue d'ensemble de toutes les traductions
(Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction)
- Rezeptουδέτερο | Neutrum, sächlich nσυνταγή ιατρική | Medizinιατρ γαστρονομία | Kochkunst, Gastronomieγαστρσυνταγή ιατρική | Medizinιατρ γαστρονομία | Kochkunst, Gastronomieγαστρ
exemples
- με συνταγήauf Rezept
- συνταγή επιτυχίαςErfolgsrezeptουδέτερο | Neutrum, sächlich n