σαχλαμαρίζω
[saxlamaˈrizo]αμετάβατο ρήμα | intransitives Verb v/i <-σα>Vue d'ensemble de toutes les traductions
(Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction)
- σαχλαμαρίζω
- herumbastelnσαχλαμαρίζω με αντικείμενοσαχλαμαρίζω με αντικείμενο