προτίμηση
[proˈtimisi]θηλυκό | Femininum, weiblich fVue d'ensemble de toutes les traductions
(Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction)
- Bevorzugungθηλυκό | Femininum, weiblich fπροτίμηση απόδο-ση μεγαλύτερης σημασίας σε κ-ν/κ-ιπροτίμηση απόδο-ση μεγαλύτερης σημασίας σε κ-ν/κ-ι
- Vorliebeθηλυκό | Femininum, weiblich fπροτίμηση κλίσηπροτίμηση κλίση
exemples