περιφέρεια
[periˈferia]θηλυκό | Femininum, weiblich fVue d'ensemble de toutes les traductions
(Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction)
- Umfangαρσενικό | Maskulinum, männlich mπεριφέρεια κύκλουπεριφέρεια κύκλου
- Bezirkαρσενικό | Maskulinum, männlich mπεριφέρεια περιοχήGebietουδέτερο | Neutrum, sächlich nπεριφέρεια περιοχήπεριφέρεια περιοχή
- Umlandουδέτερο | Neutrum, sächlich nπεριφέρεια περίχωραπεριφέρεια περίχωρα
- Peripherieθηλυκό | Femininum, weiblich fπεριφέρεια μεταφορικά | in übertragenem Sinnμτφπεριφέρεια μεταφορικά | in übertragenem Sinnμτφ
- Kreislinieθηλυκό | Femininum, weiblich fπεριφέρεια μαθηματικά | Mathematikμαθπεριφέρεια μαθηματικά | Mathematikμαθ
exemples
- περιφέρεια γοφώνHüftumfangαρσενικό | Maskulinum, männlich m
- περιφέρεια κύκλουKreisumfangαρσενικό | Maskulinum, männlich m
- περιφέρεια στήθουςBrustumfangαρσενικό | Maskulinum, männlich m
masquer les exemplesmontrer plus d’exemples