παράπονο
[paˈrapono]ουδέτερο | Neutrum, sächlich nVue d'ensemble de toutes les traductions
(Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction)
- Klageθηλυκό | Femininum, weiblich fπαράπονο έκφραση θλίψηςπαράπονο έκφραση θλίψης
- Beschwerdeθηλυκό | Femininum, weiblich fπαράπονο διαμαρτυρίαπαράπονο διαμαρτυρία
- Reklamationθηλυκό | Femininum, weiblich fπαράπονο σε κατάστημαπαράπονο σε κατάστημα
exemples
- sich beschweren, reklamieren