κινεζικός
[kjineziˈkos], κινεζική, κινεζικόεπίθετο, ως επίθετο | Adjektiv adjVue d'ensemble de toutes les traductions
(Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction)
- chinesischκινεζικόςκινεζικός
exemples
- κινέζικα ξυλάκιαπληθυντικός ουδετέρου | Neutrum Plural npl φαγητούEssstäbchenπληθυντικός | Plural plStäbchenπληθυντικός | Plural pl
- κινέζικο εστιατόριοουδέτερο | Neutrum, sächlich nChinarestaurantουδέτερο | Neutrum, sächlich n
-