„Ελβετία“: θηλυκό Ελβετία [elveˈtia]θηλυκό | Femininum, weiblich f Vue d'ensemble de toutes les traductions (Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction) Schweiz Schweizθηλυκό | Femininum, weiblich f Ελβετία Ελβετία exemples στην Ελβετία in der Schweiz στην Ελβετία