„εκφώνηση“: θηλυκό εκφώνηση [ekˈfonisi]θηλυκό | Femininum, weiblich f Vue d'ensemble de toutes les traductions (Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction) Rede, Verlesung, Aufruf Redeθηλυκό | Femininum, weiblich f εκφώνηση λόγου εκφώνηση λόγου Verlesungθηλυκό | Femininum, weiblich f εκφώνηση θεμάτων εκφώνηση θεμάτων Aufrufαρσενικό | Maskulinum, männlich m εκφώνηση ονομάτων εκφώνηση ονομάτων