εκπροσωπώ
[ekprosoˈpo]μεταβατικό ρήμα | transitives Verb v/tVue d'ensemble de toutes les traductions
(Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction)
- repräsentierenεκπροσωπώεκπροσωπώ
- vertretenεκπροσωπώ κ. αντιλήψειςεκπροσωπώ κ. αντιλήψεις
- verkörpernεκπροσωπώ προσωποποιώεκπροσωπώ προσωποποιώ