„γλόμπος“: αρσενικό γλόμπος [ˈɣlobos]αρσενικό | Maskulinum, männlich m Vue d'ensemble de toutes les traductions (Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction) Glühbirne Glühbirneθηλυκό | Femininum, weiblich f γλόμπος γλόμπος