„γελωτοποιός“: αρσενικό γελωτοποιός [jelotopiˈos]αρσενικό | Maskulinum, männlich m Vue d'ensemble de toutes les traductions (Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction) Hofnarr Hofnarrαρσενικό | Maskulinum, männlich m γελωτοποιός γελωτοποιός