βλαστός
[vlasˈtos]αρσενικό | Maskulinum, männlich mVue d'ensemble de toutes les traductions
(Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction)
- Sprosseθηλυκό | Femininum, weiblich fβλαστόςβλαστός
exemples
- βλαστοίπληθυντικός αρσενικού | Maskulinum Plural mpl μπαμπούBambussprossenπληθυντικός | Plural pl
- βλαστός σόγιαςSojasprosseθηλυκό | Femininum, weiblich f