„βάρδος“: αρσενικό βάρδος [ˈvarðos]αρσενικό | Maskulinum, männlich m Vue d'ensemble de toutes les traductions (Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction) Barde Bardeαρσενικό | Maskulinum, männlich m βάρδος ιστορία | Geschichteιστ βάρδος ιστορία | Geschichteιστ