„αραβικός“ αραβικός [araviˈkos], αραβική, αραβικόεπίθετο, ως επίθετο | Adjektiv adj Vue d'ensemble de toutes les traductions (Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction) arabisch arabisch αραβικός αραβικός exemples Αραβικές σπουδέςπληθυντικός θηλυκού | Femininum Plural fpl Arabistikθηλυκό | Femininum, weiblich f Αραβικές σπουδέςπληθυντικός θηλυκού | Femininum Plural fpl