Αντίχριστος
[anˈdixristos]αρσενικό | Maskulinum, männlich mVue d'ensemble de toutes les traductions
(Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction)
- Antichristαρσενικό | Maskulinum, männlich mΑντίχριστος θρησκεία | ReligionθρησκΑντίχριστος θρησκεία | Religionθρησκ