αναδρομή
[anaðroˈmi]θηλυκό | Femininum, weiblich fVue d'ensemble de toutes les traductions
(Pour plus d'informations, cliquez sur/touchez la traduction)
- Rückblickαρσενικό | Maskulinum, männlich mαναδρομήαναδρομή
- Rückblendeθηλυκό | Femininum, weiblich fαναδρομή ταινίααναδρομή ταινία